Σελίδες

2021-08-16

«Η Αριστερά με βοήθησε να καταλάβω την πραγματική ζωή»

Η «Εφ.Συν.» συναντά την ποιήτρια, συνομιλήτρια κάποτε του Γιάννη Ρίτσου και αειθαλή αριστερή, με αφορμή τη γαλλική έκδοση της συλλογής της «Αρχαία Μέλισσα», σε μετάφραση Βόλκοβιτς.

Αφορμή για τη συνάντηση με την ποιήτρια Γιώγια Σιώκου ήταν η πρόσφατη έκδοση της συλλογής της «Αρχαία Μέλισσα» στη γαλλική γλώσσα, με πρωτοβουλία του σπουδαίου μεταφραστή Μισέλ Βόλκοβιτς, έντεκα χρόνια μετά την πρώτη δίγλωσση έκδοση, η οποία στο αγγλικό κείμενο φέρει την υπογραφή του Ντέιβιντ Κόνολι. Όμως, οι αιτίες γι’ αυτήν τη συνάντηση που αποφασίσαμε να κάνουμε προϋπήρχαν ακόμη από το 2013, όταν διάβασα το ποίημά της «Ο βυθός». Ίσως το πλέον αντιπροσωπευτικό από τα ποιήματα που εξέδωσε εκείνη τη χρονιά, με την ένατη, έως τότε, συλλογή της, «Αιώνας άστεγος» από τις εκδόσεις «Ταξιδευτής». Ακολούθησαν «Η Μεγάλη Σιωπή» από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη, το 2015, και η πιο πρόσφατη δουλειά της με τίτλο «Στα δένδρα μιλώ με τ΄ όνομα τους», σε ζωγραφική επιμέλεια του Πέτρου Ζουμπουλάκη, από τις εκδόσεις Ωκεανός.

Στη συνέντευξη που κάναμε, δεν ήμασταν οι δυο μας, μόνο. Συμμετείχε ενεργά, κάνοντας ερωτήσεις, και ο Δημήτρης Παναγόπουλος, νέος καλλιτέχνης, λάτρης της γραφής και της ποίησης.

● Τι είναι για σας η ποίηση; Ένα ταξίδι να ξεφεύγεις από την πραγματικότητα προκειμένου να την αντέξεις;

Όχι, καμία σχέση, γιατί και πάλι είσαι σε μία δίνη σε όλη σου τη ζωή. Ταξιδεύεις μαγικά, αλλά έχεις αφιερώσει τη ζωή σου ολόκληρη. Είναι κάτι πολύ δύσκολο. Ιδιαίτερα όταν καταθέτεις ολόκληρη τη ζωή σου στην ποίηση και είσαι μητέρα, έχεις παιδιά και μια εργασία καθημερινή.

● Υπήρξατε υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Διοικητική υπάλληλος, αλλά έτυχε και μπήκα στη βιβλιοθήκη της Τράπεζας, η οποία, την περίοδο που ήταν διοικητής ο Ξενοφών Ζολώτας, με έστειλε να σπουδάσω με υποτροφία Βιβλιοθηκονομία. Εκεί κατάλαβα πως δεν θα ήταν και τόσο μακρινό όνειρο να μπορέσω να ασχοληθώ και με την ποίηση. Τότε, η βιβλιοθήκη ήταν η καλύτερη στα οικονομικά σε όλη την Ελλάδα. Ήταν σε πολύ υψηλό επίπεδο την εποχή που δούλεψα εκεί.

● Και πώς μπορέσατε να συνδυάσετε καθημερινό ωράριο και διοικητική δουλειά, με μια ρουτίνα διεκπεραίωσης, με δυο παιδιά, σύζυγο και καθημερινό γράψιμο;

Δύσκολα. Εργάστηκα 25 χρόνια στην Τράπεζα της Ελλάδος. Αλλά, αφού γεννήθηκαν τα παιδιά, δεν μου έφτανε το ωράριο για να μπορέσω να γράψω, να μελετήσω, να διορθώσω. Οπότε το 8ωρο του ύπνου δεν το διέθετα για ύπνο. Το διέθετα για γράψιμο και, φυσικά, στην Τράπεζα δεν έλεγα σε κανέναν ότι εγώ ασχολούμαι με την ποίηση, εκείνη την εποχή. Το έμαθαν αργότερα, όταν έκανα την πρώτη παρουσίαση του πρώτου βιβλίου μου, το 1994, στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Τότε, ούτε που θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα εκδιδόταν σήμερα η «Αρχαία Μέλισσα» στα γαλλικά, στο Παρίσι.

● Δημήτρης Παναγόπουλος: Υπήρχε λόγος που δεν είχατε πει στη δουλειά σας ότι γράφετε ποίηση;

Ναι. Φοβόμουν ότι δεν θα είχα την εκτίμησή τους εάν έλεγα ότι γράφω ποιήματα κάθε νύχτα, ότι δεν κοιμάμαι ή ότι ξενυχτάω πάνω σε κείμενα.

● Δ.Π.: Σήμερα, με την ανασφάλεια που μαστίζει τον χώρο του πολιτισμού και της τέχνης, πώς μπορεί ένας νέος να παραμερίσει την καθημερινότητά του και να είναι δημιουργικός;. Πώς μπορεί, δηλαδή, να γράψει ποίηση;

Είναι πολύ δύσκολο, πρέπει να αφιερώσεις τη ζωή σου ολόκληρη. Πιστεύω ότι βρήκα τη δύναμη και τη γαλήνη να το κάνω από τα παιδιά μου και την ενθάρρυνση που είχα από τον Σωτήρη, τον σύντροφο της ζωής μου, που έφυγε νωρίς.

● Δ.Π.: Καλή ποίηση, καλή λογοτεχνία μπορεί να γράψει κάποιος μόνο εάν ξέρει τι είναι βάσανο;

Για να γράψεις καλή ποίηση, πρέπει να έχεις περάσει αυτήν την ατραπό. Δεν γράφεται καλή ποίηση με έναν δρόμο στρωμένο με τριαντάφυλλα, όχι. Θυμάμαι ότι, τα πρωινά, κατέβαινα πολύ νωρίς, πριν πιάσω δουλειά, για να γράψω για τους άστεγους και για τους τοξικομανείς στην Αθήνα. Οκτώ παρά τέταρτο έπρεπε να είμαι στο γραφείο.

Έφευγα στις έξι από το σπίτι, για να είμαι 7 η ώρα στην Ομόνοια, να τους δω την ώρα που σηκώνονται από τα κράσπεδα, γιατί δεν ήξερα, δεν είχα γνωρίσει αυτόν τον κόσμο και έπρεπε να πάω να δω πώς ζουν και πώς ξυπνούν. Με τους άστεγους έχω πάρα πολύ πονέσει και «Ο αιώνας άστεγος» είναι μέσα από την ψυχή μου. Ο σπαραγμός αυτών των ανθρώπων είναι κάτι το ανείπωτο.

● Δ.Π.: Ο ποιητής πρέπει να ζει μέσα στην κοινωνία, να μην είναι απομονωμένος.

Πρέπει να ζει την εποχή του.

● Πότε ήταν ο πρώτος στίχος;

Έγραφα από το γυμνάσιο.

● Τα έχετε κρατήσει;

Όχι, αλλά έχω το τετράδιο που έδωσα στον Γιάννη Ρίτσο. Toυ χρωστώ απέραντη ευγνωμοσύνη, γιατί αυτός ήταν που μου έδωσε δύναμη και αυτοπεποίθηση για να προχωρήσω. Τον συνάντησα πριν από 40 χρόνια, σε μια ομιλία του. Εγώ κρατούσα το τετράδιο εκείνο, ένα μπλε τετράδιο μαθητικό, και μέσα είχα γράψει ένα ποίημα μεγάλο για έναν ξυλογλύπτη. Είναι αυτός που έχει σκαλίσει αυτήν την καρέκλα που κάθεσαι. Έναν πονεμένο άνθρωπο από τα Χανιά. Είχε πεθάνει η γυναίκα του, είχε πεθάνει η κόρη του… δεν είχε πόρους, όλα αυτά με επηρέασαν πάρα πολύ σε σχέση με τις ξυλόγλυπτες καρέκλες του που ήταν με παγόνια που φτερούγιζαν. Οπότε, εκείνο το βράδυ που επέστρεψα, έγραψα εκείνο το ποίημα και έτυχε να συναντήσω τον Ρίτσο και να του το δώσω. Του είχα αφήσει το τηλέφωνό μου στο τετράδιο. Κι εκείνος μου τηλεφώνησε και επέμενε πάρα πολύ να ασχοληθώ με την ποίηση. Μου έλεγε ότι 8 ώρες πρέπει να μελετώ, να διορθώνω, ενώ εγώ εργαζόμουν στην τράπεζα. Κι από τότε αυτό κάνω. Όχι μόνο οκτώ ώρες. Πολύ περισσότερες.

● Δηλαδή αυτό που λένε ότι «η ποίηση γράφεται μόνο κατ’ έμπνευση» είναι ένας μύθος;

Όχι, αυτή είναι η πραγματικότητα. Όμως, μετά, θέλει πάρα παρά πολλή δουλειά για να έχεις ένα έργο. Την έμπνευση την περιμένω, αν τύχει να έρθει...

● Δ.Π.: Διατηρήσατε την επαφή σας με τον Ρίτσο;

H αλληλογραφία μας ήταν μέσω του «Κέδρου». Μου είχε πει να πηγαίνω στον «Κέδρο», στην κυρία Νινέτα, να αφήνω τα ποιήματά μου σε έναν φάκελο και ο «Κέδρος» έφερνε τα δικά του και, κάθε Κυριακή, στις 11 το πρωί, μας έπαιρνε τηλέφωνο. Ο Σωτήρης ήταν πάντα πάνω στο τηλέφωνο για να το σηκώσει πρώτος, να ακούσει τον Ρίτσο.

● Ήσασταν πάντα κοντά στην Αριστερά;

Από όταν ήρθα στην Αθήνα από τα Χανιά και είδα τις μεγάλες διαφορές, τις αντιθέσεις, Πριν; Όχι.

● Μετανιώσατε που την ακολουθήσατε στις περιπέτειές της;

Πραγματικά, ήταν μία πολύ σωστή επιλογή και είμαι χαρούμενη που την έκανα εκείνα τα χρόνια της Μεταπολίτευσης και λίγο πριν, γιατί με βοήθησε πολύ στη ζωή μου.

● Δ.Π.: Σε τι σας βοήθησε;

Στο να νιώσω τον πόνο του άστεγου, να νιώσω τα ανάπηρα παιδιά, τα εγκαταλελειμμένα, να νιώσω τη φρίκη του πολέμου, να νιώσω τα ανάπηρα των πολέμων, να νιώσω περισσότερο τα παιδιά αυτά τα οποία εργάζονταν από μικρά στα λατομεία. Nαι, με βοήθησε πολύ, για να καταλάβω την πραγματική ζωή. Φυσικά, πάντα ήμουν ευαίσθητη και μπορούσα να νιώσω μέσα μου όλο αυτόν τον πόνο και όλη αυτή τη δυστυχία και όλη αυτή την ανισότητα και έτσι προχωρούσα.

● Και σήμερα;

Πιστεύω ότι και σήμερα βοηθάει, για να υπάρχει μία ελπίδα, ένα φως.

ΥΓ. Θα χρειαζόταν τουλάχιστον μια σελίδα για να συμπεριλάβουμε τους ανθρώπους, και όχι μόνο από το χώρο της τέχνης και του πολιτισμού στους οποίους η Γιώγια Σιώκου θέλησε μέσα από την «Εφ.Συν.» να πει ένα μεγάλο «ευχαριστώ» για τη συμβολή τους στα 12 βιβλία που έχει εκδώσει. Δεν παρέλειψε κανέναν. Ελπίζουμε να μας συγχωρέσει.


Η Γιώγια Σιώκου γεννήθηκε στα Χανιά και ζει στην Αθήνα. Εχει εκδώσει 11 ποιητικές συλλογές. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά από τον Ντέιβιντ Κόνολι και, πρόσφατα, στα γαλλικά από τον Μισέλ Βόλκοβιτς.